Tο νησί της Ρόδου είναι γνωστό, εκτός για την πλούσια ιστορία και τη φυσική ομορφιά του, και για την οινοκουλτούρα του. Τα κρασιά της Ρόδου ήταν δημοφιλή από την αρχαιότητα, οι Ιταλοί όμως ήταν αυτοί που, μεταξύ 1912 και 1945, είναι υπεύθυνοι για την εκ νέου ανακάλυψη της οινοποίησης και αμπελουργίας μετά την Τουρκοκρατία. Έκτοτε, το εμπόριο κρασιού γνώρισε χαρακτηριστική άνθηση στο νησί.
Το κρασί είναι αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ρόδου, όπως κι επίσης και της Ελλάδας συνολικά. Είναι ένα απαραίτητο στοιχείο που μπορεί να βρεθεί στην ελληνική λαογραφία, ιστορία και τέχνη. Συγκαταλέγεται επίσης στις εκδηλώσεις που εξελίχθηκαν ανά τους αιώνες χωρίς δραστικές αλλαγές.
Το κρασί είναι ένα από τα πιο πολιτισμένα πράγματα σ’ αυτόν τον κόσμο.
Οι ροδίτικοι αμφορείς ξεχώριζαν από τους υπόποιπους λόγω του χαρακτικού του θεού Ήλιου ή ενός τριαντάφυλλου. Αυτό χρησίμευσε ως ένα είδος branding το οποίο επιβεβαίωνε ότι το συγκεκριμένο κρασί παρήχθη με ροδίτικα σταφύλια. Ήταν επίσης πρόδρομος του συστήματος Ονομασίας Προέλευσης που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη αρκετούς αιώνες αργότερα.
Χάρη στη σταθερή της θαλάσσια παρουσία, η Ρόδος ήταν ήδη ο μεγαλύτερος εξαγωγέας κρασιού της περιοχής από τον 7ο αιώνα π.Χ. Η πρώτη γραπτή αναφορά για το Ροδιακό κρασί προήλθε από τον Αισχίνη, τον διάσημο αττικό ρήτορα, και αντίπαλο του Δημοσθένη, που εξορίστηκε στο νησί το 330 π.Χ. Ο Αισχίνης έγραφε στην επιστολή του, ότι ζούσε σε ένα μικροσκοπικό σπίτι με δικό του κήπο στην περιοχή της Κάμειρου. Οι φίλοι του τον κερνούσαν συχνά μέλι, ελαιόλαδο και ένα καταπληκτικό κρασί που είχε καλύτερη γεύση από το κρασί της Αθήνας.
Το κρασί της Ρόδου έγινε πιο διάσημο και συνέχισε να ευδοκιμεί ακόμα και μετά την κατάληψη του νησιού από τους Ιωαννίτες Ιππότες στις αρχές του 14ου αιώνα. Η κατάκτηση του νησιού από τον Σουλεϊμάν το Μεγαλοπρεπή, το 1522 σηματοδότησε την αρχή μιας αρκετά δύσκολης περιόδου στην καλλιέργεια των σταφυλιών που τελείωσε μόνο όταν το νησί έπεσε στα χέρια των Ιταλών το 1912.
Με ύψος 1.215 μέτρα, το όρος Αττάβυρος αποτελεί την καρδιά της αμπελοκαλλιέργειας της Ρόδου. Πρόκειται για μια πανέμορφη προστατευόμενη περιοχή Natura 2000 γεμάτη με πευκοδάση, καταπράσινες κοιλάδες και το κυπαρισσιόδασος που βρίσκεται στον Έμπωνα.
Τα καλύτερα κρασιά του νησιού αναπτύσσονται σε υψόμετρο 650 έως 700 μέτρων. Διαθέτει αμπελώνες χαμηλής απόδοσης που εκτίθενται σε ισχυρούς βόρειους ανέμους που μετριάζουν τις υψηλές θερμοκρασίες, ενώ δημιουργούν ένα ιδανικό κλίμα για την καλλιέργεια σταφυλιών υψηλής ποιότητας.
Το Ασύρτικο θεωρείται η ποικιλία που πληρεί όλες τις προϋποθέσεις για παραγωγή κρασιού. Είναι λευκή ποικιλία αμπέλου που καλλιεργείται σε ηφαιστειακό έδαφος. Δίνει λευκά κρασιά που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και γεμάτα γλυκό ή ξηρό άρωμα.
Το σταφύλι Αθήρι είναι ζουμερό και μικρό κι έχει χρυσαφί και λαμπερό πράσινο χρώμα. Τα κρασιά του έχουν φρέσκια και φρουτώδη γεύση με ζωηρό χρώμα και απαλό άρωμα που αγγίζει όλες τις αισθήσεις. Λόγω των κλιματολογικών συνθηκών και του είδους του αμπελιού υπάρχει μικρή απόδοση ανά στρέμμα. Μέχρι στιγμής, το Αθήρι είναι η πιο ευρέως φυτεμένη ποικιλία λευκών σταφυλιών στο νησί. Εκτός από τη Ρόδο, καλλιεργείται και σε άλλα μέρη της Ελλάδας όπως η Χαλκιδική και η Σαντορίνη.
Αυτή η ποικιλία έχει έντονο αρωματικό χαρακτήρα που θυμίζει εσπεριδοειδή, εξωτικά φρούτα, αρώματα λουλουδιών, βότανα και πράσινες πιπεριές. Έχει υψηλό αλκοολικό βαθμό, μέτρια οξύτητα και επίσης παρουσιάζει εξαιρετική συνέργεια με τις βελανιδιές. Τα κρασιά μπορούν να παλαιώσουν από 4 έως 5 χρόνια. Αυτή η ποικιλία έχει και γλυκά κρασιά που αξίζει να δοκιμάσετε.
Η μανδηλαριά είναι η ερυθρή ποικιλία που καλλιεργείται σε όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου. Πρόκειται για μια λαμπρή ποικιλία που έχει μέτρια οξύτητα και υψηλά επίπεδα τανίνης. Έχει σχετικά χαμηλό αλκοόλ καθώς και μέτριας έντασης αρώματα που θυμίζουν μπαχαρικά και μαύρα φρούτα. Τα κρασιά που παράγονται με 100% μανδηλαριά απαιτούν χρόνο ζύμωσης για να μαλακώσουν οι τανίνες τους.
Το μαύρο Αθήρι ή μαυροθήρικο είναι μια αρχαία ελληνική ποικιλία που αναβιώνει τα τελευταία 5 χρόνια. Αναμένεται να χαρακτηριστεί ως μια ποικιλία-πεμπτουσία αναγέννησης των σύγχρονων ερυθρών κρασιών της Ελλάδας. Πρόκειται για μέτρια σταφύλια που έχουν μέτριο μέγεθος . Έχουν καλή χρωματική ένταση, χαμηλή οξύτητα, ενδιαφέρον αρωματικό προφίλ και υψηλά επίπεδα pH.
Το Μοσχάτο της Ρόδου καταλαμβάνει σχετικά μικρή έκταση. Οι επιτρεπόμενες ποικιλίες περιλαμβάνουν τα Muscat Trani και Muscat White. Από αυτά το Muscat Trani καλλιεργείται σε περιορισμένες περιοχές. Τα λευκά κρασιά είναι συνήθως φυσικά γλυκά κι έχουν μέτριο σώμα και οξύτητα και αρώματα τριαντάφυλλου και λεμονιού εσπεριδοειδών. Δεν διακρίνονται για την εξαιρετική δυνατότητα παλαίωσής τους σαν άλλες ποικιλίες κρασιών.
Η σούμα είναι η δωδεκανησιακή εναλλακτική της κρητικής ρακής ή ηπειρώτικης τσικουδιάς που σίγουρα θα σας καταπλήξει. Είναι κυρίως φτιαγμένη από σταφύλια και μπορεί να βρεθεί οπουδήποτε στη Ρόδο, συμπεριλαμβανομένων εστιατορίων και καφετεριών. Πρόκειται για πολύ δυνατό ποτό, που η αλκοόλη του μπορεί να φτάσει και το 45%! Γι αυτό πάρτε το χαλαρά και φροντίστε να τρώτε κάτι ενώ πίνετε σούμα. Τέλος, σερβίρεται καλύτερα παγωμένη.
Κατά την επίσκεψή σας στη Ρόδο, μπορείτε να μάθετε πώς φτιάχνεται η σούμα επισκεπτόμενοι ένα αποστακτήριο. Αποστακτήρια θα βρείτε στα χωριά Έμπωνας και Σιάννα. Η διαδικασία θέλει τα σταφύλια αφαιρούνται πρώτα από τους μίσχους τους, πριν πιεστούν για να βγάλουν το ζουμί τους. Ύστερα, ο χυμός τους βράζεται σε μεγάλα καζάνια πριν χυθεί σε βαρέλια που αποθηκεύονται σε δροσερό μέρος.
Ένα γεγονός που ίσως δε ξέρατε είναι ότι δύο από τα κρασιά της Ρόδου έχουν χαρακτηριστεί ως ΠΟΠ (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης). Οι οίνοι ΠΟΠ Ρόδου αφορούν τους λευκούς που έχουν τουλάχιστον 70% Αθήρι αναμεμειγμένο με Ασύρτικο και Μαλαγουζιά. Καθώς και τους ερυθρούς και ροζέ με 70% τουλάχιστον Μανδηλαριά αναμεμειγμένο με Μαυροθηρίκο. Από το 2011 συμπεριλήφθηκαν επίσης και τα αφρώδη κρασιά. Για το Μοσχάτο ΠΟΠ Ρόδου χρησιμοποιούνται Muscat di Trani και λευκό Muscat Blanc. Παρόλο που οι γηγενείς ποικιλίες είναι άφθονες, οι ντόπιοι οινοπαραγωγοί καλλιεργούν και διεθνείς ποικιλίες σταφυλιών, με το Grenache Rouge να βρίσκεται στην κορυφή της λίστας. Ωστόσο, οι υψηλές αποδόσεις του οδήγησαν σε προβλήματα ποιότητας.
Η οινοπαραγωγή της Ρόδου συνδέεται θεμελιωδώς με την ιστορική CAIR. Το όνομα της σχηματίζεται από το ακρωνύμιο του Compagnia Agricola Industriale Rodi. Το οινοποιείο ιδρύθηκε από μια ομάδα επενδυτών από την Ιταλία το 1928. Ως πρωταρχικός στόχος ήταν η διατήρηση της καλλιέργειας σταφυλιών στο νησί. Παρ΄όλα αυτά η επιχείρηση κατάφερε να πάει ακόμα παραπέρα και να κάνει τη Ρόδο ένα από τα λίγα μέρη στην Ελλάδα που παραγόταν κρασί κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όταν τα Δωδεκάνησα έγιναν μέρος του ελληνικού κράτους το 1947, ο Όμιλος Μποδοσάκη ανέλαβε την ιδιοκτησία της εταιρείας. Στη συνέχεια, το 1957, πουλήθηκε στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Δωδεκανήσου.
Η CAIR έγινε, επίσης, δημοφιλής ως παραγωγός αφρωδών οίνων με τις ετικέτες Rosé Reserve και Velvet να αποτελούν εξαιρετικά δείγματα πολύπλοκων τύπων. Πριν την ανακάλυψη των εισαγόμενων σαμπανιών από την αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη της Ελλάδας, κάθε μπουκάλι της CAIR ήταν αφορμή για γιορτή όπως φαίνεται και σε μια παλιές διαφημίσεις. Οι ετήσιες πωλήσεις άγγιζαν τα 1,5 εκατομμυρία μπουκάλια. Με το πέρασμα των χρόνων, η CAIR εστιάζει στην ανάπτυξη κρασιών καλής ποιότητας όπως το ”Rodos 2400” που παρουσιάστηκε το 1992 για τον εορτασμό των 2.400 χρόνων από την ίδρυση της πόλης της Ρόδου.
Η Emery, που ιδρύθηκε το 1923, είναι η δεύτερη μεγαλήτερη παραγωγός κρασιού του νησιού. Σε συνεργασία με τη CAIR παράγουν τα πιο δημοφιλή κρασιά της Ρόδου. Το όνομά της είναι εμπνευσμένο από τον Emery d’ Amboise, ο οποίος ήταν ο τελευατίος Μεγάλος Μάγιστρος που παρέμεινε στη θέση από τα έτη 1503 έως το 1512.
Το οινοποιείο Τριανταφύλλου διευθύνεται από τρίτη γενιά οινοποιών συνεχίζοντας την αγάπη της οικογένειας για το κρασί. Βρίσκεται στον κλάδο της οινοπαραγωγής από τα μέσα του 1960 κατασκευάζοντας το σημερινό οινοποιείο, στο χωριό Έμπωνας το 1947 σε υψόμετρο 700 μέτρων. Οι αμπελώνες τους βρίσκονται στις βορειοδυτικές πλαγιές του όρους Αττάβυρος είναι δημοφιλείς για την υψηλή ποιότητα των σταφυλιών Αμοργιανό και Αθήρι.
Το Οινοποιείο Κουνάκη είναι ένα μικρό οινοποιείο που παράγει περιορισμένες ποσότητες κρασιού κάθε χρόνο. Καλλιεργεί και παράγει κρασιά από ελληνικές ποικιλίες όπως Αθήρι, Μαλαγουζιά, Μοσχάτο, Ασύρτικο και Αμοργιανό. Κι ευρωπαϊκές ποικιλίες όμως, όπως Cabernet sauvignon, Merlot, Syrah, Chardonnay, sauvignon blanc, Tebranillo. Έχει κερδίσει πολλά βραβεία για τα κρασιά του και βρίσκεται κι αυτό στο χωριό Έμπωνας. Το οινοποιείο Κουνάκης είναι το μοναδικό οινοποιείο που προσφέρει ξενάγηση στους επισκέπτες του στην περιοχή.
Η μακρά οινοποιητική ιστορία του νησιού της Ρόδου είναι γνωστή σε όλο τον κόσμο για τη δυνατότητα παραγωγής κορυφαίων κρασιών. Παρόλο που η Ρόδος δεν έχει ακόμη το ίδιο επίπεδο επιτυχίας με άλλα νησιά της Ελλάδας, όπως η Σαντορίνη, η Κεφαλονιά ή η Πάρος, παραμένει ένας εξαιρετικός οινοτουριστικός προορισμός που προσφέρει πολλές επιλογές από συναρπαστικά κρασιά που παρασκευάζονται με διεθνείς και ιθαγενείς ποικιλίες.
Σας άρεσε το άρθρο μας για τα οινοποιεία και τα κρασιά της Ρόδου? Νομίζετε ότι έχουμε παραλείψει κάτι που θα έπρεπε να συμπεριληφθεί? Αν ναι, τότε αφήστε τις προτάσεις σας στα σχόλια και θα το ελέγξουμε το συντομότερο. Κι εφόσον σας άρεσε το άρθρο, κοινοποιήστε το στα κοινωνικά σας δίκτυα και εγγραφείτε στο newsletter μας για ναλαμβάνετε τα νέα μας άρθρα για τη Ρόδο και τα Δωδεκάνησα.